Connect with us

Ελλάδα

Γιάννης Πουλόπουλος: Η σπάνια φωτογραφία πριν από 51 ολόκληρα χρόνια

Published

on

Τέλος, όπως είδαμε και νωρίτερα, η επίδραση του αυξημένου γνωστικού φορτίου συχνά λειτουργεί αντισταθμιστικά προς τη νευρικότητα, αίροντας τις συνέπειές της. Αυτό που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον όσον αφορά το ζήτημα του γνωστικού φορτίου (και του ύψους της φωνής) είναι ότι δεν υπάρχει οδός διαφυγής. Αν η προσπάθεια περιστολής της νευρικότητας ανεβάζει το ύψος της φωνής, η προσπάθεια καταστολής της επίδρασης αυτής ενδέχεται να το ανεβάζει ακόμη περισσότερο. Αν είναι γνωστικώς δαπανηρό να ψεύδεσαι, δεν υπάρχει άλλος προφανής τρόπος μείωσης της δαπάνης παρά μόνο η αύξηση του ασυνείδητου ελέγχου. Ωστόσο, οι μηχανισμοί άρνησης και απώθησης μπορεί μεν να συμβάλλουν στη μείωση της άμεσης δαπάνης, αλλά οι μεταγενέστερες συνέπειές τους έχουν βαρύ κόστος. Αξίζει επιπλέον να σημειωθεί ότι το γνωστικό φορτίο επιδρά σημαντικά σε μεγάλο φάσμα ψυχικών διεργασιών, σύμφωνα με τον κανόνα ότι όσο μεγαλύτερο είναι το γνωστικό φορτίο τόσο ευκολότερα αποκαλύπτονται οι ασυνείδητες διεργασίες. Παραδείγματος χάριν, οι άνθρωποι, υπό συνθήκες υψηλού γνωστικού φορτίου, ξεστομίζουν ευκολότερα κουβέντες που ειδάλλω ς θα κρατούσαν μέσα τους και εκφράζουν συχνότερα μεροληπτικές απόψεις τις οποίες κατά τα ά λλα φροντίζουν να κρύβουν.

 

Οι λεκτικές ιδιαιτερότητες των ψεμάτων μπορούν επίσης να λειτουργήσουν αποκαλυπτικά. Σύμφωνα με τα πορίσματα μιας σπουδαίας έρευνας, η οποία περιελάμβανε αναλύσεις μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή, τα ψεύδη χαρακτηρίζονται από ορισμένα κοινά λεκτικά γνωρίσματα. Έτσι, όταν λέμε ψέματα περιορίζουμε τη χρήση του «εγώ» και διευρύνουμε τη χρήση άλλων προσωπικών αντωνυμιών, σαν να θέλουμε να αποδώσουμε το ψέμα μας αλλού. Επιπλέον, περιορίζουμε τη χρήση μερών του λόγου που εισάγουν δευτερεύουσες προτάσεις (λόγου χάριν, παραχωρητικών συνδέσμων όπως το «μολονότι»). Λυτό απλοποιεί το ψέμα, μειώνοντας όχι μόνο το άμεσο γνωστικό φορτίο αλλά και τις μεταγενέστερες μνημονικές απαιτήσεις. Λόγου χάριν, ένα ειλικρινές άτομο θα έλεγε: «Περπάτησα μέχρι το γραφείο μολονότι έβρεχε», ενώ ο ψεύτης απλώς: «I Ιερπάτησα μέχρι το γραφείο».

 

Τέλος, χρησιμοποιούμε πιο συχνά αρνητικούς όρους, ίσως λόγω ενοχών ή επειδή τα ψέματα συχνά εμπεριέχουν το στοιχείο της άρνησης. Είναι δύσκολο να μετρήσουμε τη συχνότητα με την οποία ανιχνεύονται οι αναλήθειες στην καθημερινή ζωή. Σύμφωνα με έρευνες συνεντεύξεων, οι Αμερικανοί πιστεύουν ότι τα ψέματά τους γίνονται αντιληπτά στο 20% των περιπτώσεων, και ένα πρόσθετο 20% των ψεμάτων τους ίσως γίνονται αντιληπτά. Φυσικά, στο 6ο% των ψεμάτων που υποτίθεται ότι περνούν απαρατήρητα συγκαταλέγονται περιπτώσεις στις οποίες ο συνομιλητής αντιλαμβάνεται το ψέμα και δεν το φανερώνει.  Ωστόσο, το φαινόμενο της αυτοεξαπάτησης έχει πιθανότατα πολύ βαθύτερες ρίζες στο εξελικτικό μας παρελθόν, καθότι δεν προϋποθέτει απαραίτητα τη χρήση λέξεων. Ας δούμε τι συμβαίνει με την αυτοπεποίθηση, μια προσωπική μεταβλητή την οποία ο εξωτερικός παρατηρητής μπορεί να εκτιμήσει. Ένα μέσο που διαθέτουμε για να ξεγελάμε τους άλλους είναι να προβάλλουμε μια πλασματική εικόνα υψηλής αυτοπεποίθησης, η οποία γίνεται ευκολότερα πιστευτή όταν πείθει και εμάς του ίδιους. Οι καταβολές αυτής της ικανότητας πιθανότατα ανάγονται βαθιά στο ζω ικό παρελθόν μας. Στη Φύση, τα ζώα συχνά εμπλέκονται σε σωματικές συγκρούσεις. Σε τέτοιες καταστάσεις, κάθε άτομο επιχειρεί να εκτιμήσει την αυτοπεποίθηση του αντιπάλου, αλλά και τη δική του, καθώς πρόκειται για μεταβλητές που συχνά προδιαγράφουν την έκβαση της αναμέτρησης.

 

Η στρεβλή ροή π ληροφοριών μπορεί να συμβάλει στην πλασματική μεγέθυνση της αυτοπεποίθησης του ατόμου. Ό σοι πιστεύουν πραγματικά ότι υπερτερούν έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να κάνουν τον αντίπαλο να υποχωρήσει συγκριτικά με εκείνους που γνωρίζουν ότι απλώς υποκρίνονται. Επομένως, σε ένα πλαίσιο επιθετικότητας και ανταγωνισμού, ως μέσο εξαπάτησης του αντιπάλου είναι δυνατόν να ευνοηθεί η εξέλιξη της μη λεκτικής αυτοεξαπάτησης. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για την ερωτοτροπία ανάμεσα στο αρσενικό και στο θηλυκό, όπου η πλασματική αυτοπεποίθηση συχνά προσδίδει πλεονέκτημα στο αρσενικό. Δεν χρειάζονται γλωσσικά εργαλεία για να δημιουργηθούν μεροληπτικές νοητικές αναπαραστάσεις. Ω στόσο αξίζει να σημειωθεί ότι, ως επί το πλείστον, η αυτοεξαπάτηση παύει να αποδίδει καρπούς όταν η υπερτίμηση του εαυτού, η διόγκωση της αξίας του, ξεπερνά κάποια ευλογοφανή όρια. Αναμφίβολα υπάρχουν π ολλά άλλα τέτοια πλαίσια, όπως, λόγου χάριν, οι σχέσεις μεταξύ γονέων και παιδιών. Επιπλέον, όπως θα δούμε, πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι ορισμένες μορφές αυτοεξαπάτησης διαδεδομένες στον άνθρωπο παρατηρούνται και σε πιθήκους. Τέτοια παραδείγματα είναι η μεροληψία συνέπειας και η άδηλη εύνοια υπέρ των μελών της ενδοομάδας — μάλιστα, αμφότερες αποκαλύπτονται με πειράματα παρόμοια με εκείνα που τις αποκαλύπτουν στην περίπτωση του ανθρώπου.

Continue Reading
Click to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Ελλάδα

Πέθανε πλήρης ημερών ο πρώην υπουργός της ΝΔ Νίκος Γκελεστάθης

Published

on

By

Πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι και οι πίθηκοι διαθέτουν παρόμοια νοητική αρχιτεκτονική όσον αφορά τη στάση τους απέναντι στις ενδοομάδες και στις εξωομάδες. Σε πειράματα στα οποία καταγράφονταν οι αντιδράσεις πιθήκων όταν έβλεπαν εικόνες προσώπων άλλων πιθήκων (αφού σταθμιζόταν η επίδραση της προγενέστερης εμπειρίας του πιθήκου με κάθε εικονιζόμενο πρόσωπο), διαπιστώθηκε ότι είχαν την τάση να παρατηρούν τα μέλη των εξωομάδων επί περισσότερη ώρα, γεγονός ενδεικτικό ενός αισθήματος ανησυχίας και εχθρότητας. Ο μοίω ς, όταν οι πίθηκοι έβλεπαν ένα μέλος εξωομάδας να παρατηρεί κάποιο αντικείμενο, τότε υιοθετούσαν νοοτροπία εξωομάδας απέναντι στο αντικείμενο — και το αντίστροφο, για αντικείμενα που παρατηρούσαν τα μέλη της ενδοομάδας. Τέλος, διαπιστώθηκε ότι οι αρσενικοί πίθηκοι (αλλά όχι οι θηλυκοί) συσχέτιζαν συχνότερα εικόνες αραχνών με μέλη εξωομάδων και εικόνες καρπών με μέλη της ενδοομάδας.

 

Το σπουδαίο στοιχείο της συγκεκριμένης έρευνας ήταν ότι οι πίθηκοι κατά περιόδους μετανάστευαν από τη μία ομάδα στην άλλη, οπότε μπορούσε να μετρηθεί και να ελεγχθεί ο βαθμός οικειότητας μεταξύ τους. Στα μάτια ενός πιθήκου, τα μέλη της ενδοομάδας γενικά φαντάζουν πιο οικεία από τα μέλη των εξωομάδων· α λλά ακόμη και αν από την εξίσωση αφαιρεθεί η παράμετρος της οικειότητας, εξακολουθούν τα πρώτα να προτιμώνται έναντι των δευτέρων. Το γεγονός ότι οι αρσενικοί πίθηκοι συσχετίζουν συχνότερα τα μέλη των εξωομάδων με αρνητικά ερεθίσματα και τα μέλη της ενδοομάδας με θετικά συνάδει με αντίστοιχες έρευνες στον άνθρωπο που δείχνουν ότι οι άνδρες γενικά χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη.  Λένε ότι η εξουσία διαφθείρει και ότι η απόλυτη εξουσία διαψθείρει απόλυτα. Πίσω από αυτή τη φράση συνήθως κρύβεται η ιδέα ότι οι εξουσιαστικές σχέσεις επιτρέπουν στον εξουσιαστή να θέτει σε εφαρμογή ολοένα πιο ιδιοτελείς στρατηγικές, οι οποίες κατόπιν τον «διαφθείρουν». Εντούτοις, έρευνες ψυχολόγων έχουν δείξει ότι η εξουσία διαφθείρει τις νοητικές διεργασίες μας σχεδόν αμέσως. Ό ταν κάποιος αντιληφθεί ότι διαθέτει εξουσία επί των συνανθρώπων του, τότε αυτομάτως μειώνεται η πιθανότητα να υιοθετήσει την οπτική τους γωνία και αυξάνει η πιθανότητα να επικεντρώσει τη σκέψη του αποκλειστικά στον εαυτό του. Ω ς αποτέλεσμα, φθίνει η ικανότητά του να κατανοήσει πώς βλέπουν, σκέφτονται και νιώθουν οι άλλοι. Μεταξύ άλλων δεινών, η εξουσία μάς τυφλώνει απέναντι στις ανάγκες και στις επιθυμίες των συνανθρώπων μας.

 

Στο πλαίσιο της βασικής μεθόδου μελέτης του φ αινομένου, οι συμμετέχοντες στην έρευνα έφθαναν σε μια προσωρινή νοητική κατάσταση μέσω προπαίδευσης (προετοιμασίας, προέγερσης) — δέχονταν ένα συνειδητό ή ασυνείδητο ερέθισμα, που άλλοτε ήταν σύντομο όσο μια λέξη και άλλοτε αρκετά πιο υύνθετο. Έτσι, μια ομάδα των συμμετεχόντων, για να νιώσουν ι’ι π βρίσκονταν σε θέση εξουσίας, έπρεπε εντός πέντε λεπτών να γράψουν τις αναμνήσεις τους από μια εμπειρία κατά την οποία ένιωσαν ισχυροί, και κατόπιν να μοιράσουν γλυκίσμαια σε μια δεύτερη ομάδα. Π αράλληλα, τα μέλη της δεύτερης, ■ •αδύναμης» ομάδας έπρεπε να γράψουν για μια εμπειρία κατά ιην οποία ένιωσαν ανίσχυροι, και τους επιτρεπόταν απλώς να δηλώσουν πόσα γλυκίσματα ευελπιστούσαν να λάβουν. Τα πειράματα αυτά οδήγησαν σε ορισμένα εντυπωσιακά ι υρήματα. Ό ταν ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να χτυπήσουν τα δάκτυλα του δεξιού χεριού τους πέντε φορές διαδοχικά και να γράψουν γρήγορα το γράμμα Ε.  Τα μέλη της «αδύναμης» ομάδας είχαν τρεις φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να γράψουν το Ε ώστε να είναι αναγνώσιμο από τους, γ ύ ρ ω συγκριτικά με όσους είχαν προετοιμαστεί να νιώσουν ισχυροί. Η διαφορά ήταν εξίσου έντονη και στα δύο φύλα. Τη μετατόπιση της προσοχής από τον περίγυρο στον εαυτό επιβεβαίωσαν πρόσθετες έρευνες. Σε σχέση με εκείνους που δεν είχαν υποβληθεί σε προπαίδευση, όσοι είχαν προετοιμαστεί να νιώσουν ότι βρίσκονταν σε θέση εξουσίας έδειχναν μικρότερη ικανότητα να διακρίνουν συνηθισμένες εκφράσεις προσώπου συνδεόμενες με τον φόβο, τον θυμό, τη λύπη και τη χαρά.

 

Αυτό ίσχυε και για τα δύο φύλα, αλλά με μια διαφορά: οι γυναίκες έδειχναν μεγαλύτερη ικανότητα στη διάκριση των συναισθημάτων και οι άνδρες εκδήλωναν εντονότερη ροπή προς την υπέρμετρη αυτοπεποίθηση. Κοντολογίς, οι ισχυροί άνδρες φαίνεται να υστερούν ποικιλοτρόπως ως προς την ικανότητά τους να αντιλαμβάνονται σωστά τον κόσμο των άλλων, τόσο λόγω της εξουσίας που διαθέτουν όσο και λόγω του φύλου τους. Στο διεθνές επίπεδο, μάλιστα, δεδομένου ότι η κήρυξη πολέμου αποφασίζεται συνήθως από ισχυρούς άνδρες, η εγγενής μεροληψία τους, ο εγωκεντρισμός τους και η μειωμένη αξία που αποδίδουν στη γνώμη των άλλων μπορούν να έχουν τραγικές συνέπειες για όλους μας (Κεφάλαιο ιι). Από τα αναρίθμητα παραδείγματα της τύφλωσης που προκαλεί η εξουσία στους άνδρες, ας αρκεστούμε σε εκείνο του Ουίνστον Τσόρτσιλ. Κατά τη διάρκεια του πολυτάραχου βίου του, ο Τσόρτσιλ έζησε στιγμές σχεδόν απόλυτης επιτυχίας και ολοκληρωτικής καταβαράθρωσης. Τη μια στιγμή κρατούσε τα ηνία της Μεγάλης Βρετανίας κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο — και ήταν ένας από τους ισχυρότερους πολιτικούς ηγέτες της ιστορίας— και την επομένη δεν ήταν παρά ένας πρώην πρωθυπουργός με μηδαμινή πολιτική επιρροή.

Continue Reading

Ελλάδα

Μητσοτάκης για Μπαρμπούτσαλο: «Υπηρέτησε με ήθος την πατρίδα και του αξίζουν όλες οι τιμές»

Published

on

By

Έχουν ισχυρή αυτοεικόνα όσον αφορά τις ηγετικές αρετές τους (αλλά όχι γνωρίσματα όπως η στοργικότητα και η ηθικότητα). Επιζητούν έντονα την κοινωνική ανέλιξη και, για τον σκοπό αυτό, επιδιώκουν τη συναναστροφή με άτομα υψηλής κοινωνικής θέσης. Μπορεί οι άνθρωποι να επιδεικνύουν γενικά υψηλή αυτοπεποίθηση ως προς την ακρίβεια των ισχυρισμών τους, αλλά στους ναρκισσιστές αυτό ισχύει σε υπερθετικό βαθμό. Έτσι, παρασυρμένοι από την υπέρμετρη αυτοπεποίθησή τους, οι ναρκισσιστές βάζουν συχνότερα στοιχήματα που βασίζονται σε ανακριβείς πληροφορίες, με αποτέλεσμα να χάνουν περισσότερα χρήμα-· τα από τους μη ναρκισσιστές. Επιπλέον, εμμένουν πεισματικά στις παραληρητικές ιδέες τους. Η απαξίωση του άλλου Κατά μία έννοια, η απαξίωση του ά λλου αποτελεί το κατοπτρικό είδωλο της υπερτίμησης του εαυτού: και στις δύο περιπτώσεις, ο εαυτός φαντάζει καλύτερος. Έχουν, ωστόσο, μια σημαντική διαφορά: ενώ στην υπερτίμηση του εαυτού αρκεί απλώς η αλλαγή της εικόνας μας για να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα, η απαξίωση του άλλου συχνά προϋποθέτει την απαξίωση μιας ολόκληρης ομάδας. Πότε αναμένεται να αποβαίνει αυτό προς όφελος του ατόμου; Ίσως όταν η εικόνα του εαυτού έχει πληγεί, οπότε η μετάθεση της προσοχής σε κάποια αντιπαθή ομάδα βοηθάει ώστε, λόγω της σύγκρισης με εκείνη, το άτομο να εξυψώνεται.

 

Σε αυτό ακριβώς το συμπέρασμα καταλήγουν έρευνες κοινωνικών ψυχολόγων: η απαξίωση των άλλων αποτελεί, ως επί το πλείστον, μια αμυντική στρατηγική την οποία υιοθετεί κανείς όταν νιώθει ότι απειλείται. Στο πλαίσιο μιας έρευνας καταγράφηκε η συμπεριφορά πανεπιστημιακών φοιτητώ ν μετά την ανακοίνωση της υποτιθέμενης επίδοσής τους σε ένα τεστ νοημοσύνης (στην πραγματικότητα, τα αποτελέσματα του τεστ ήταν κατασκευασμένα). Μόνο εκείνοι που πληροφορήθηκαν ότι απέδωσαν άσχημα στο τεστ έσπευσαν αργότερα να κακολογήσουν, ως προς διάφορα χαρακτηριστικά, μια γυναίκα εβραϊκής καταγωγής (αλλά όχι μια αντίστοιχη γυναίκα μη εβραϊκής καταγωγής). Απ’ ό,τι φαίνεται, τα διανοητικά επιτεύγματα του άλλου συνιστούν επαρκή λόγο.  Κατά παρόμοιο τρόπο, τα ίδια άτομα που είχαν πληροφορηθεί για τη δήθεν χαμηλή τους επίδοση στο τεστ νοημοσύνης επέδειξαν μεγαλύτερη τάση να ολοκληρώ νουν τις σ υλλαβές «χα» και «επ» σε «χαζός» και «επικίνδυνος» όταν νωρίτερα είχαν δει εικόνες με πρόσωπα μελαμψών ατόμων. Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι υπάρχουν κάποιες (στην πραγματικότητα, κατασκευασμένες) ενδείξεις ότι έχω χαμηλή νοημοσύνη. Μια πιθανή αντίδρασή μου απέναντι σε αυτό το δεδομένο είναι να κακολογήσω τα μέλη ομάδων που λογίζονται ευφυέστερες (έναντι των οποίων πιθανόν να υπάρχουν άλλες προκαταλήψεις) και παράλληλα να στρέψω την προσοχή στα αρνητικά στερεότυπα που περιβάλλουν ομάδες δήθεν λιγότερο προικισμένες.

 

Παρεμπιπτόντως, όπως διαφαίνεται από έρευνες συνεντεύξεων, απαξιώνοντας τους ά λλους θα καταφέρω πράγματι να νιώσω καλύτερα, οπότε η όλη διαδικασία μπορεί τελικά να ξεγελάσει και εμένα τον ίδιο. Ό πως θα δούμε αργότερα (Κεφάλαιο ιι), η απαξίωση των άλλω ν (των φυλετικών, εθνοτικών και ταξικών προκαταλήψεων συμπεριλαμβανομένων) μπορεί να φανεί ιδιαίτερα επικίνδυνη όταν εξετάζεται το ενδεχόμενο.  Μ όλις αποφανθούμε ότι κάποιος ανήκει σε μια εζωομάδα, ενεργοποιούνται ορισμένες νοητικές διεργασίες που αναλαμβάνουν, συχνά εντελώς ασυνείδητα, να υποβιβάσουν την εικόνα του συγκριτικά με την εικόνα των μελών της ενδοομάδας. Οι λέξεις «εμείς» και «εκείνοι» έχουν ισχυρές ασυνείδητες επιδράσεις. Στο πλαίσιο πειραμάτων διαπιστώθηκε ότι α κόμη και συλλαβές δίχως νόημα (όπως «γιαφ», «λαυχ», «βουζ» κ.ο.κ.) που συνοδεύουν τις λέξεις «εμείς» και «εμάς» προτιμώνται έναντι αντίστοιχων συλλαβών που συνοδεύουν τις λέξεις «εκείνοι» και «εκείνους». Ο ι μηχανισμοί αυτοί λειτουργούν ακόμη και στην περίπτωση τεχνητά συγκροτημένων ομάδων βάσει επουσιωδών χαρακτηριστικών, όπως το χρώμα του πουκαμίσου. Επιπλέον, εύκολα κάνουμε γενικεύσεις με γνώμονα τα αρνητικά χαρακτηριστικά των μελών των εξωομάδων και τα θετικά χαρακτηριστικά των μελών της ενδοομάδας. Λόγου χάριν, αν κάποιος από μια εξωομάδα μού πατήσει το πόδι, είναι πιθανόν να τον κακοχαρακτηρίσω συνολικά ως άτομο («Τι ανάγωγος!»), ενώ αν πρόκειται για μέλος της ενδοομάδας θα πω απλώς:

 

«Μου πάτησε το πόδι». Αντιστοίχω ς, αν κάποιο μέλος εξωομάδας μού συμπεριφερθεί ευγενικά, θα περιγράφω συγκεκριμένα τη συμπεριφορά του («Μου έδωσε πληροφορίες για τον σιδηροδρομικό σταθμό»), ενώ αν πρόκειται για μέλος της ενδοομάδας ίσως να του αποδώσω έναν γενικό χαρακτηρισμό («Πολύ εξυπηρετική κυρία!»). Παρόμοιες ασυνείδητες νοητικές διεργασίες υπηρετούν τον υποβιβασμό των άλλων σε σχέση με τον εαυτό. Ακόμη και ελάσσονα θετικά κοινωνικά σήματα, όπως το χαμόγελο, απευθύνονται συχνότερα προς τα μέλη της ενδοομάδας παρά προς μέλη εξωομάδων.  Από 3 ετών, προτιμούν να παίζουν με μέλη της ενδοομάδας και αρχίζουν να επιδεικνύουν αρνητικές λεκτικές συμπεριφορές απέναντι στα μέλη των εξωομάδων. Ό πως οι ενήλικοι, έτσι και τα παιδιά έχουν την ισχυρή τάση να υποστηρίζουν ομάδες στις οποίες έχουν διαμοιραστεί τυχαία, να πιστεύουν ότι η δική τους ομάδα υπερέχει των άλλων και να συμπεριφέρονται βλαπτικά σε άτομα από άλλες ομάδες.

Continue Reading

Ελλάδα

Στην εντατική με δηλητηρίαση χωρίς τις αισθήσεις του ο Γιάννης Παλαιοκώστας

Published

on

By

Καθ’ όλα έγκυρη περιγραφή, αλλά μεταθέτει την ευθύνη για το ατύχημα στον στύλο. Έχουμε επίσης τη βαθιά ριζωμένη τάση.   Χαρακτηριστικό δείγμα υπερτίμησης του εαυτού είναι το γεγονός ότι οι άνθρωποι τοποθετούν σταθερά τον εαυτό τους στο ανώτερο ήμισυ του πληθυσμού ως προς θετικά χαρακτηριστικά και στο κατώτερο ήμισυ ως προς αρνητικά. Στις ΗΠΑ, το 8ο% των μαθητών λυκείου τοποθετούν τον εαυτό τους στο ανώτερο 50% της τάξης τους ως προς τις ηγετικές ικανότητες, κάτι που φυσικά δεν είναι δυνατόν. Στην ικανότητα αυτοεξαπάτησης, ωστόσο, δύσκολα μπορεί κανείς να ξεπεράσει τους πανεπιστημιακούς. Σε μια δειγματοληπτική έρευνα, το 94% των ερωτηθέντων τοποθέτησαν τον εαυτό τους στο ικανότερο ήμισυ της επαγγελματικής τους ομάδας. Δηλώνω ένοχος. Θ α μπορούσα κάλλιστα να είμαι δεμένος πισθάγκωνα σε ένα κρεβάτι στην ψυχιατρική πτέρυγα κάποιου νοσοκομείου και να εξακολουθώ να πιστεύω ότι αποδίδω καλύτερα από τους μισούς συναδέλφους μου — και αυτό δεν αποτελεί υπαινιγμό μόνο για εκείνους. Ό ταν δηλώνουμε ότι ανήκουμε εμφανισιακά στο ανώτερο 70% του πληθυσμού, μπορεί απλά να λέμε παχιά λόγια. Ποια είναι άραγε η βαθύτερη άποψή μας;

 

Προσφάτως δόθηκε μια απροσδόκητη απάντηση στο ερώτημα μέσω μιας ευρηματικής μεθόδου. Με τη βοήθεια ηλεκτρονικού υπολογιστή τροποποιήθηκαν οι φωτογραφίες διάφορων προσώπων, είτε κατά 20% προς το ελκυστικότερο (προς τον μέσο όρο των δεκαπέντε προσώπων που κρίθηκαν ελκυστικότερα από ένα δείγμα εξήντα ατόμων) είτε κατά 20% προς το λιγότερο ελκυστικό (προς άτομα με κρανιοπροσωπικές δυσμορφίες). Μεταξύ άλλων, διαπιστώθηκε ότι όταν κάποιος επιχειρεί να εντοπίσει τον εαυτό του σε ένα υπόβαθρο που περιλαμβάνει τα πρόσωπα άλλων έντεκα ατόμων, αναγνωρίζει ταχύτερα το ωραιοποιημένο πρόσωπό του (σε ι,86 δευτερόλεπτα), λιγότερο γρήγορα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η έρευνα επικεντρωνόταν αποκλειστικά στη μέτρηση της ταχύτητας αντίληψης, χωρίς να έχει προηγηθεί η συνήθης λεκτική προετοιμασία («Τι άποψη έχεις για τον εαυτό σου;»).

 

Όταν παρουσιαζόταν στους συμμετέχοντες μια ολόκληρη σειρά φ ωτογραφιών τους, από 50% λιγότερο ελκυστικές έως 50% περισσότερο ελκυστικές, διάλεγαν την κατά 20% ωραιοποιημένη φωτογραφία τους ως εκείνη που τους άρεσε περισσότερο και με την οποία πίστευαν ότι έμοιαζαν πιο πολύ. Πρόκειται για ένα σημαντικό και γενικό εύρημα: Η αυτοεξαπάτηση έχει όρια — η κατά 30% ωραιοποίηση δεν γίνεται πιστευτή, ενώ η κατά ιο% δεν προσδίδει επαρκές πλεονέκτημα. Προσωπικά, δεν χρειάζομαι το παραπάνω εύρημα για να πειστώ, διότι όταν βρίσκομαι σε κάποια μεγαλούπολη το βιώνω σχεδόν κάθε εβδομάδα. Φανταστείτε την εικόνα: Περπατώ στον δρόμο παρέα με μια νεότερη, ελκυστική γυναίκα, προσπαθώντας να της κρατώ το ενδιαφέρον, ώστε να μου επιτρέπει να παραμένω στο πλάι της.

 

Ξαφνικά διακρίνω έναν ηλικιωμένο, ασπρομάλλη άνδρα στο άλλο πλευρό της, με άσχημο, ρυτιδιασμένο πρόσωπο, να σέρνει τα πόδια του, σχεδόν τρεκλίζοντας, αλλά παρ’ όλα αυτά να μη μένει ούτε βήμα πίσω μας — πρόκειται, στην πραγματικότητα, για το είδω λό μου στις βιτρίνες των καταστημάτων μπροστά από τα οποία περνάμε. Ο πραγματικός εαυτός μου φαντάζει άσχημος στα μάτια ιου αυτοεξαπατώμενου εαυτού μου. Ιΐίναι πράγματι καθολική η ανθρώπινη ροπή προς την υπερτίμηση του εαυτού; Σε ορισμένες κοινωνίες — στην Ιαπωνία και στην Κίνα, λόγου χάριν— αποδίδεται αξία στη σεμνότηια οπότε, αν μη τι άλλο, αναμένεται εκεί να ασκούνται ανταγωνιστικές πιέσεις κατά της υπερτίμησης του εαυτού. Ακόμη, όμως, και σε κοινωνίες όπου η αρετή της σεμνότητας κυριαρχεί, φαίνεται ότι μπορεί κανείς να διακρίνει κάποιες γενικές ι άσεις υπερτίμησης του εαυτού, όπως η εξύψωση του εαυτού ι’ναντι των άλλω ν όσον αφορά την αντίληψη. Σε ά λλες κοινωνίες, η υπερτίμηση δεν αφορά το ίδιο το άτομο αλλά τους φίλους του, οι οποίοι εκλαμβάνονται ως ανώτεροι του μέτριου (κατώτεροι του εαυτού σε ορισμένες κοινωνίες και ανώτεροι σε άλλες). Παρεμπιπτόντως, πρόσφατα προσδιορίστηκε μια περιοχή του εγκεφάλου στην οποία, όπως όλα δείχνουν, επιτελείται αυτού του είδους η υπερτίμηση.

 

 

Παλαιότερες έρευνες είχαν δείξει ότι η επεξεργασία πληροφοριών που αφορούν τον εαυτό πραγματοποιείται σε μια εγκεφαλική περιοχή που ονομάζεται «έσω προμετωπιαίος φ λοιός» (mPFC). Εκεί καταγράφονται ακόμη και λανθασμένες αισθήσεις για τον εαυτό — μάλιστα, η ίδια περιοχή εμπλέκεται ευρέως στην εξαπάτηση των άλλων. Καταστέλλοντας τη νευρωνική δραστηριότητα της συγκεκριμένης περιοχής (μέσω της εφαρμογής μαγνητικού πεδίου στην αντίστοιχη περιοχή του κρανίου), μπορεί να αρθεί η ροπή του ατόμου προς την αυτοπροαγωγή. Αντιθέτως, η καταστολή της δραστηριότητας άλλων εγκεφαλικών περιοχών δεν έχει τέτοια επίδραση. Μια ακραία μορφή αυτοεκθείασης παρατηρείται στους ναρκισσιστές. Πέρα από τη γενική τάση των ανθρώπων να υπερεκτιμούν τις αρετές τους, οι ναρκισσιστές θεωρούν ότι είναι εξαιρετικοί και μοναδικοί, ότι η ζωή τούς χρωστά περισσότερα απ’ ό,τι στον υπόλοιπο κόσμο.

Continue Reading

Trending