Connect with us

Σχέσεις

Η Ελεάννα Τρυφίδου έχασε κιλά και είναι πιο αδύνατη από ποτέ

Published

on

Επιπλέον, οι εισερχόμενες πληροφορίες χρειάζονται περίπου ο,5 δευτερόλεπτα για να καταγραφούν στον συνειδητό  νου, με αποτέλεσμα αυτός να μοιάζει περισσότερο με έναν εκ  των υστέρων αξιολογητή και σχολιαστή — α λλά και εκλογικευτή— της συμπεριφοράς παρά με εμπνευστή της. Ο κωμικός Κρις Ροκ αρέσκεται να λέει ότι τη στιγμή που πρωτοκάνετε τη γνωριμία του, στην πραγματικότητα δεν γνωρίζετε παρά  τον εκπρόσωπό του.  Η ΝΕΥΡΟΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗΣ ΤΗΣ ΣΚΕΨΗΣ  Μια ιδιαίτερη μορφή αυτοεξαπάτησης — η συνειδητή προσπάθεια αποκλεισμού της αληθούς πληροφορίας από τη συνείδηση— έχει μελετηθεί από νευροφυσιολόγους με έναν εξόχως  αποκαλυπτικό τρόπο. Τα ευρήματα των ερευνών τους συντείνουν σε ένα αξιοσημείωτο συμπέρασμα.  Α ς δούμε τι συμβαίνει με την προσπάθεια ενεργητικής, συνειδητής καταστολής της μνήμης. Στην καθημερινότητά μας,  τυχαίνει συχνά να προσπαθούμε ενεργά να καταστείλουμε τις  σκέψεις μας: «Δεν θα σκεφτώ τα κιλά μου σήμερα», «Σε παρακαλώ, Θεέ μου, βγάλε αυτή τη γυναίκα από το μυαλό μου»,  κ.ο.κ. Στο πλαίσιο μιας μελέτης, ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να ξεχάσουν ένα αυθαίρετο σύνολο συμβόλων που είχαν μόλις απομνημονεύσει. Έναν μήνα αργότερα, μετρήθηκε η  ικανότητα ανάκλησης στη μνήμη εκείνων των συμβόλων. Τα  αποτελέσματα διέφεραν αισθητά από άτομο σε άτομο, σε συνάρτηση με αντίστοιχες διαφορές στη λειτουργία των υποκείμενων νευροφυσιολογικών μηχανισμών. Ειδικότερα, όσο εντονότερα ενεργοποιείται ο έξω ραχιαίος προμετωπιαίος φ λοιός  (dlPFC) κατά την προσπάθεια να ζεχαστούν τα σύμβολα τόσο  ισχυρότερα καταστέλλεται η νευρωνική δραστηριότητα στον  ιππόκαμπο (όπου τυπικά αποθηκεύονται οι αναμνήσεις) και  τόσο λιγότερα σύμβολα θυμάται το άτομο έναν μήνα αργότερα.

 

Γενικότερα, ο έξω ραχιαίος προμετωπιαίος φλοιός συμμετέχει συχνά στην υπερπήδηση γνωστικών εμποδίων και στον  σχεδιασμό και στον έλεγχο της κινητικής δραστηριότητας (της  καταστολής ανεπιθύμητων αποκρίσεων συμπεριλαμβανομένης). Μπαίνει κανείς στον πειρασμό να φανταστεί ότι, κατά  την εξέλιξη του εγκεφάλου, η συγκεκριμένη περιοχή ανέλαβε  τη νέα λειτουργία καταστολής των αναμνήσεων επειδή ούτως  ή άλλω ς συμμετέχει στον έλεγχο της νευρωνικής δραστηριότητας άλλων εγκεφαλικών περιοχών — ειδικότερα, στην καταστολή της συμπεριφοράς. Η διεργασία αυτή έχει και μια σωματική διάσταση, την οποία γνωρίζω καλά. Όταν έρχεται στον  νου μου μια ανεπιθύμητη σκέψη και επιχειρώ να την καταστείλω, συχνά νιώθω μια ακούσια μυϊκή σύσπαση στο ένα ή και  στα δύο μπράτσα μου, σαν να προσπαθώ να απωθήσω κάτι σε  μια σκοτεινή γωνιά.  Στο πλαίσιο της νευροφυσιολογικής μελέτης που μνημονεύσαμε, οι συμμετέχοντες καλούνταν να απομνημονεύσουν και κατόπιν να ξεχάσουν αλληλουχίες γραμμάτων ή αριθμών δίχως  νόημα.

 

Τι συμβαίνει άραγε όταν προσπαθούμε να καταστείλουμε κάτι που έχει νόημα; Θα υπέθετε κανείς ότι η συνειδητή  απόφαση καταστολής μιας σκέψης (Μη σκέφτεσαι μια λευκή αρκούδα!) θα μπορούσε εύκολα να γίνει πράξη· κάθε φορά  που η σκέψη επανεμφανίζεται θα απωθείται ολοένα βαθύτερα,  ώστε σύντομα να πάψει εντελώς να εμφανίζεται. Ωστόσο, δεν  συμβαίνει κάτι τέτοιο. Α π’ ό,τι φαίνεται, ο νους αντιστέκεται  στην καταστολή. Μάλιστα, υπό ορισμένες συνθήκες καταλήγουμε τελικά να πράττουμε ακριβώς αυτό που προσπαθούμε  να καταστείλουμε. Λόγου χάριν, ενδέχεται σε μια ακατάλληλη  στιγμή να αποκαλύψουμε ένα επτασφράγιστο μυστικό, λες και  ενεργούμε παρά τη θέλησή μας ή ενάντια σε αυτήν. Η σκέψη  που προσπαθούμε να καταστείλουμε επανέρχεται πολλές φ ορές στο συνειδητό επίπεδο, ενίοτε κάθε λεπτό και συχνά επί  αρκετές ημέρες. Ό πως συμβαίνει και με την καταστολή των  αναμνήσεων, κάποια άτομα αποδεικνύονται ικανότερα στην  καταστολή των σκέψεων, ενώ άλλα πασχίζουν χωρίς αποτέλεσμα. Ωστόσο, ελάχιστα τα καταφέρνουν απόλυτα.  Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι λαμβάνουν χώρα δύο ταυτόχρονες διεργασίες. Αφενός προσπαθούμε συνειδητά να καταστείλουμε την ανεπιθύμητη σκέψη όποτε αυτή επανέρχεται,  αφετέρου αναζητούμε ασυνείδητα την απαγορευμένη λέξη,  σαν να ψάχνουμε για άλλες σκέψεις που πρέπει ομοίως να κατασταλούν. Φυσικά, κατά την πορεία της ασυνείδητης αναζήτησης δεν αποκλείεται να γίνουν λάθη, ιδίως όταν ο νους  λειτουργεί υπό συνθήκες υψηλού γνωστικού φορτίου: αν είμαστε πνευματικά καταπονημένοι ή έχουμε την προσοχή μας  στραμμένη αλλού, τότε ενδέχεται η ασυνείδητη αναζήτηση να  μη συνοδεύεται από καταστολή της σκέψης, με αποτέλεσμα η  σκέψη που προσπαθούμε να καταστείλουμε να έρχεται στην  επιφάνεια σ υ χ ν ό τ ε ρ α απ’ ό,τι θα περιμέναμε.

 

Οι πρώτες σημαντικές πρόοδοι στη νευροφυσιολογία προήλθαν από την εφαρμογή μεθόδων καταγραφής και μέτρησης  της εγκεφαλικής δραστηριότητας, όπως η ηλεκτροεγκεφαλογραφία (EEG) και, αργότερα, η λειτουργική μαγνητική τομογραφία (fMRl) και η τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων (ΡΕΤ).  Ό πως είδαμε στο Κεφάλαιο ι, πρόσφατα αναπτύχθηκε μια νέα  μέθοδος, η οποία ακολουθεί την αντίθετη προσέγγιση: επιχειρείται η επιλεκτική αναστολή της δραστηριότητας συγκεκριμένων περιοχών του εγκεφάλου προκειμένου να καταγράφουν  οι αντίστοιχες επιπτώσεις.

 

 

Continue Reading
Click to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Σχέσεις

Ο Παναγιώτης Σόμμερ θα γίνει πατέρας για πρώτη φορά και ειναι φουλ ενθουσιασμένος

Published

on

By

Στην περίπτωση της άδηλης αξιολόγησης,  ωστόσο, οι λευκοί μεροληπτούν ακόμη ισχυρότερα υπέρ του  εαυτού τους, ενώ οι μαύροι αξιολογούν, κατά μέσον όρο, πιο  θετικά τους λευκούς (όχι με μεγάλη διαφορά, αλλά πιο θετικά  από τον εαυτό τους). Από εξελικτική άποψη, πρόκειται για ένα  καθ’ όλα απροσδόκητο εύρημα, διότι ο καθένας αναμένεται  να έχει ως πρώτο (αν και όχι αποκλειστικό) μέλημα το συμφέρον του. Ένα άτομο που αποδίδει μεγαλύτερη αξία σε άλλα  (μη συγγενικά) άτομα απ’ ό,τι στον εαυτό του — όσον αφορά  την άδηλη αξιολόγηση εννοιών με θετικό περιεχόμενο, όπως  «ευχαρίστηση» και «φίλος», έναντι εννοιών με αρνητικό περιεχόμενο, όπως «φρικτό» και «απαίσιο»— δεν φαντάζει σαφώς  προσανατολισμένο στην εξυπηρέτηση του συμφέροντός του.

 

 

 

Η χαμηλότερη εκτίμηση του εαυτού έναντι των ά λλω ν  αποτελεί πιθανή ένδειξη επαγόμενης αυτοεξαπάτησης, με δυνητικά αρνητικές συνέπειες. Λόγου χάριν, αν αφροαμερικανοί  φοιτητές υποβληθούν σε προπαίδευση σχετικά με την εθνοτική καταγωγή τους, μειώνεται δραματικά η επίδοσή τους σε διάφορες νοητικές δοκιμασίες. Μάλιστα, το συγκεκριμένο εύρημα αποτέλεσε μία από τις πρώτες πειραματικές επιδείξεις των  εκατοντάδων σήμερα αντίστοιχων φαινομένων προπαίδευσης.  Στο πλαίσιο μιας μελέτης, λευκοί και μαύροι προπτυχιακοί  φ οιτητές του Πανεπιστημίου Stanford κλήθηκαν να πάρουν  μέρος σε μια σχετικά δύσκολη δοκιμασία ευχέρειας μάθησης.  Στη μία περίπτωση, οι ερευνητές απλώς έδωσαν στους φοιτητές τα διαγωνίσματα και τους άφησαν να γράψ ουν στην άλλη,  ζήτησαν από κάθε φοιτητή, προτού ξεκινήσει η διαδικασία,  να δώσει μερικές πληροφορίες για τον εαυτό του, μία από τις  οποίες ήταν η εθνοτική του καταγωγή. Εν απουσία προπαίδευσης, οι λευκοί και οι μαύροι φοιτητές είχαν εξίσου υψηλή επίδοση. Με προπαίδευση, ωστόσο, ενώ η επίδοση των λευκών  ήταν ελαφρώς (αλλά όχι σημαντικά) βελτιωμένη.  Οι Ασιάτισσες αποδίδουν καλύτερα σε  μαθηματικές δοκιμασίες όταν προηγουμένως έχουν υποβληθεί  σε προπαίδευση σχετικά με την καταγωγή τους και χειρότερα όταν η προπαίδευση αφορά το φ ύλο τους.

 

Ουδείς γνωρίζει πόσο διαρκεί η επίδραση τέτοιων προπαιδεύσεων ή πόσο  συχνά συμβαίνουν. Κάθε πόσο υπενθυμίζεται σε έναν Αφροαμερικανό η καταγωγή του; Μία φορά τον μήνα; Μία φορά  την ημέρα; Κάθε μισή ώρα;  Φαίνεται, λοιπόν, ότι τα μέλη ιστορικά καταπιεσμένων ή  και μισητών μειονοτικών ομάδων, οι οποίες στην τρέχουσα τάξη των πραγμάτων εξακολουθούν να λογίζονται υποδεέστερες,  είναι πιθανόν να έχουν αρνητική άδηλη αυτοεικόνα, να προσδίδουν μεγαλύτερη αξία στους άλλους — και δη στον καταπιι στή τους— έναντι του εαυτού και να αποδίδουν χειρότερα σε  νοητικές δοκιμασίες όταν τους υπενθυμίζεται η υποδεέστερη  ταυτότητά τους. Αυτό υποδηλώνει τη δύναμη της επαγόμενης  αυτοεξαπάτησης, λόγω της οποίας κάποιοι ή ενδεχομένως  πολλοί από την υποδεέστερη ομάδα υιοθετούν τα κυρίαρχα  κοινωνικά στερεότυπα αναφορικά με την ομάδα τους. Αυτό,  φυσικά, δεν ισχύει για όλους — και όσοι έχουν επίγνωση της  καταπίεσης που υφίστανται είναι πιθανότερο να αντισταθούν.  Σε κάθε περίπτωση, τα διάφορα επαναστατικά κινήματα στην  ιστορία φαίνεται να ανδρώνονται σε συγκυρίες κατά τις οποίες  αφυπνίζεται η συνείδηση πολυπληθών ομάδων αναφορικά με  την ταυτότητά τους και την κοινωνική τους θέση. Παραμένει  άγνωστο αν αυτό συνοδεύεται από κάποια αντίστοιχη αλλαγή  στους άδηλους συνειρμούς.

 

Το μόνο που χρειάζεται είναι ένα ευεπηρέαστο θύμα και  η εφαρμογή απλών, παραδοσιακών αστυνομικών μεθόδων είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο: απομόνωση, στέρηση  ύπνου, καταδυναστευτική ανάκριση που δεν αναγνωρίζει στον  ανακρινόμενο το δικαίωμα να αρνηθεί ή να διαψεύσει την ενοχή του, παρουσίαση ψευδών δεδομένων και εξιστόρηση φανταστικών ιστοριών — «Βρήκαμε το αίμα σου στο όπλο του  εγκλήματος- ίσως σηκώθηκες στη μέση της νύχτας και υπνοβατώντας σκότωσες τους γονείς σου χωρίς να το θέλεις, πιθανόν χωρίς καν να το αντιλαμβάνεσαι»— , με το υποδηλούμενο  μήνυμα ότι η ομολογία θα δώσει τέλος στην ανάκριση, όταν  στην πραγματικότητα η δυστυχία του υπόπτου μόλις τότε θα  ξεκινήσει. Οι ύποπτοι διαφέρουν μεταξύ τους ως προς την επιδεκτικότητά τους σε τέτοιες πιέσεις και ως προς το εύρος της  επαγόμενης αυτοεξαπάτησης στην οποία μπορούν να υποβληθούν.

 

Ορισμένοι φθάνουν στο σημείο να κατασκευάσουν ψευδείς αναμνήσεις προκειμένου να υποστηρίξουν τις πλαστές  ομολογίες τους — χωρίς κανένα προφανές όφ ελος για τους  ίδιους.  Υπάρχει επίσης ένα είδος επαγόμενης αυτοεξαπάτησης που  θα μπορούσε να χαρακτηριστεί α μ υ ν τ ικ ή . Σκεφτείτε ένα θύμα  βασανισμού. Ο πόνος τον οποίο βιώνει μπορεί να είναι τόσο  έντονος, ώστε να λάβει χώρα ένα φαινόμενο που ονομάζεται  «ψυχική αποσύνδεση»: ο πόνος διαχωρίζεται από τα υπόλοιπα νοητικά συστήματα, με συνέπεια να μειωθεί η έντασή του.  Είναι σαν ο νους να αυτοπροστατεύεται από τον έντονο πόνο  με το να τον αντικειμενοποιεί, να αποστασιοποιείται από αυτόν και να τον διαχωρίζει από το υπόλοιπο σύστημα. Είναι ένα  φαινόμενο το οποίο, κατά κάποιον τρόπο, επάγεται από τον  βασανιστή- ωστόσο, μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί αμυντική  αντίδραση, με την οποία το άτομο εξασφαλίζει την άμεση επιβίωσή του υπό ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες.

Continue Reading

Σχέσεις

Δύσκολες ώρες για τον Μήτσο Μπαρμπούτσαλο: «Να ξέρεις ότι δεν έφυγες, μένεις για πάντα στην καρδιά μας»

Published

on

By

Έως τώρα έχουμε μιλήσει για την εξέλιξη της αυτοεξαπάτησης  στην υπηρεσία του δράστη, μέσω της συγκάλυψης των απατηλών ενεργειών του και της προαγωγής μιας πλασματικής εικόνας του εαυτού. Ας εξετάσουμε τώρα τις επιδράσεις των ά λλων επάνω μας. Δίνουμε ιδιαίτερη σημασία στις αντιδράσεις  των άλλων, στις απόψεις, στις επιθυμίες και στις πράξεις τους.  ί2ς αποτέλεσμα, είμαστε ευεπίφοροι στη χειραγώγηση — στην  επιβολή της αυτοεξαπάτησης από τρίτους, συχνά με άσκηση  βίας σε διάφορους βαθμούς. Ορισμένα ακραία παραδείγματα  είναι διδακτικά: απαχθέντες οι οποίοι συντάσσονται με τους  απαγωγείς τους, κακοποιημένες σύζυγοι που ασπάζονται την  κοσμοθεωρία του δυνάστη τους, σεξουαλικώς κακοποιημένα  παιδιά τα οποία κατηγορούν τον εαυτό τους για τα δεινά που  υφίστανται. Αν τέτοιες περιπτώσεις επαγόμενης αυτοεξαπάτησης είναι λειτουργικές από τη σκοπιά του θύματος (κάτι ουδόλω ς βέβαιο), αυτό ίσως συμβαίνει επειδή ελαττώνουν τις  συγκρούσεις με τον δυνάστη. Τουλάχιστον αυτό υποστηρίζουν  συχνά τα ίδια τα θύματα.

 

Πολλές κακοποιημένες σύζυγοι ζουν  υπό ένα καθεστώς διαρκούς τρόμου και εκλογικεύουν τη συγκατάθεσή τους στη βία που υφίστανται με το επιχείρημα ότι  έτσι μειώνουν την πιθανότητα πρόκλησης πρόσθετων βίαιων  επιθέσεων. Μια τέτοια πρακτική θα είναι περισσότερο αποτελεσματική αν τα άτομα που την εφαρμόζουν είναι πεπεισμένα  για την ορθότητά της.    Δεν χρειάζεται να επικαλούμαστε τόσο ακραία παραδείγματα. Ας δούμε, λόγου χάριν, τι συμβαίνει στα πτηνά. Σε πολλά μικρόσωμα είδη, το αρσενικό αρχικά κυριαρχεί έναντι του  θηλυκού: κατέχει τη χωροκράτεια στην οποία εγκαθίσταται το  θηλυκό και μπορεί να το εκτοπίσει από τις περιοχές που αρέσκεται να αναζητά την τροφή του. Ό σο περνά ο καιρός, όμως,  η κυριαρχία του αρσενικού φθίνει- και όταν το θηλυκό αρχίσει  να αποθέτει αβγά, η κατάσταση έχει πια αντιστραφεί πλήρως:  τώρα, το θηλυκό εκτοπίζει το αρσενικό από τις καλύτερες θέσεις αναζήτησης τροφής. Πιθανολογείται ότι το θηλυκό περιέρχεται σε θέση ισχύος εξαιτίας του φόβου του αρσενικού  μήπως το ταίρι του ζευγαρώσει λαθραία με κάποιο άλλο αρσενικό, αλλά και λόγω της μεγαλύτερης γονικής επένδυσης που  καταβάλλει το θηλυκό σε σχέση με το αρσενικό. Κάτι ανάλογο μπορεί συχνά να ισχύει και στις ανθρώπινες σχέσεις.  Το εύρημα αυτό είχε τραβήξει την προσοχή μου πριν από  πολλά χρόνια, καθώς έμοιαζε να περιγράφει, τη μία μετά την  ά λλη, τις σχέσεις μου με τις γυναίκες — ενώ στην αρχή της  σχέσης συνήθως κυριαρχούσα, προς το τέλος υστερούσα σε  όλα τα επίπεδα.

 

Μόνο αργότερα συνειδητοποίησα ότι και το  κυρίαρχο σύστημα αυτοεξαπάτησης μετατοπιζόταν ανάλογα:  από το δικό μου προς το δικό της. Αρχικά, στις συζητήσεις  μας κυριαρχούσα ολοκληρωτικά εγώ, κάτι το οποίο δεν πρόσεχα καν (άλλωστε, έτσι δεν θα έπρεπε να συμβαίνει;). Μετά  ακολουθούσε μια σύντομη περίοδος κατά την οποία μιλούσαμε ως ίσος προς ίσον. Κατόπιν, όμως, ερχόταν μια απότομη  κατάβαση στο δ ικ ό τ η ς σύστημα αυτοεξαπάτησης· κατέληγα  να απολογούμαι για αποτυχίες οι οποίες, στην πραγματικότητα, βάραιναν ε κ ε ίν η .    Λς εξετάσουμε τώρα ένα παράδειγμα επαγόμενης αυτοεξαπάτησης με βαθύτερες κοινωνικές συνέπειες. Σε δειγματοληπτικές έρευνες μπορούμε να μετρήσουμε τις λεγάμενες «έκδηλες» και «άδηλες» προτιμήσεις των ανθρώπων. Στην πρώτη  περίπτωση, οι συμμετέχοντες καλούνται να δηλώσουν ευθέως την προτίμησή τους ανάμεσα σε δύο έννοιες — φέρ’ ειπείν,  ανάμεσα σε «λευκούς» και «μαύρους», με τα αρνητικά συνδηλούμενα των όρων όπως χρησιμοποιούνται στις ΗΠΑ— , όταν  οι ίδιοι ανήκουν στη μία ή στην άλλη κατηγορία. Η μέτρηση  της άδηλης προτίμησης είναι πιο περίπλοκη. Οι συμμετέχοντες καλούνται να πατήσουν με το δεξί χέρι ένα κουμπί όταν  βλέπουν ονόματα λευκών (Τσιπ, Μπραντ, Γουόλτερ) ή λέξεις  με θετικό περιεχόμενο (χαρά, ευτυχισμένος, ειρήνη, υπέροχα)  και με το αριστερό χέρι ένα αντίστοιχο κουμπί όταν βλέπουν  ονόματα μαύρων (Τάιρον, Μαλίκ, Τζαμάλ) ή λέξεις με αρνητικό περιεχόμενο (πόνος, κακία, πόλεμος, θάνατος). Κατόπιν, το  πλαίσιο αντιστρέφεται: τα ονόματα λευκών συνδυάζονται με  αρνητικά φορτισμένες έννοιες και τα ονόματα μαύρων με θετικά φορτισμένες. Οι ερευνητές μετρούν τη διάρκεια του λανΟάνοντος χρόνου απόκρισης (του διαστήματος που μεσολαβεί  ανάμεσα στο ερέθισμα και στην αντίδραση του ατόμου), εκτιμώντας ότι όσο μικρότερος είναι ο λανθάνων χρόνος απόκρισης (όσο ταχύτερα πατά κανείς το κουμπί) τόσο ισχυρότερα  συσχετίζονται οι αντίστοιχες έννοιες (λευκός – καλός, λευκός  κακός κ.ο.κ.) στον εγκέφαλο — η μέθοδος φέρει το όνομα  «δοκιμασία άδηλων συνειρμών». Αν και επινοήθηκε μόλις το  1998, η μέθοδος αυτή έχει ήδη εμπνεύσει πλήθος επιστημονικών δημοσιευμάτων, συντελώντας μάλιστα (πράγμα ασυνήθιστο για τις κοινωνικές επιστήμες) και σε μερικές σημαντικές  μεθοδολογικές βελτιώσεις. Ορισμένοι ιστότοποι (μεταξύ ά λλων, των Πανεπιστημίων Harvard, Yale και της Ουάσινγκτον  στο Σιάτλ) συλλέγουν τεράστιο όγκο δεδομένων από τέτοιες  δοκιμασίες μέσω του Διαδικτύου, και η σχετική επεξεργασία  έχει οδηγήσει σε ορισμένα εντυπωσιακά ευρήματα.  Λόγου χάριν, τόσο οι λευκοί όσο και οι μαύροι έχουν την  έκδηλη τάση να αξιολογούν πιο θετικά τον εαυτό τους έναντι  των άλλων- μάλιστα, η τάση αυτή είναι κάπως εντονότερη μεταξύ των μαύρων.

Continue Reading

Σχέσεις

Βίκυ Καγιά για GNTM: Κάθε πέντε μέρες κάνουμε τεστ για πανδημία

Published

on

By

Το πείραμα είχε μερικά εξόχως ενδιαφέροντα ευρήματα.  Μ ερικές φορές, ορισμένοι συμμετέχοντες απέτυχαν να αναγνωρίσουν τη φωνή τους· ήταν το μόνο λάθος που έκαναν και  έμοιαζαν να μην το γνωρίζουν (από συνεντεύξεις που ακολούθησαν την ολοκλήρω ση του πειράματος, διαπιστώθηκε ότι  μόνο ένας το είχε αντιληφθεί). Εντούτοις, το δέρμα τους δεν  λάθεψε: η γαλβανική απόκριση κατέγραψε τη μεγάλη αύξηση  που αναμένεται όταν κανείς ακούει τη δική του φωνή. Α λλοι  έκαναν το αντίθετο λάθος: άκουγαν τον εαυτό τους να μιλάει όταν στην πραγματικότητα μιλούσε κάποιος άλλος. Αν και  μόλις οι μισοί παραδέχθηκαν αργότερα το λάθος αυτό, το δέρμα τους και πάλι δεν έσφαλε. Οι παρατηρήσεις αυτές οδηγούν  στο συμπέρασμα ότι οι άνθρωποι αναγνωρίζουν ασυνείδητα τη  φωνή τους πιο αξιόπιστα απ’ ό,τι την αναγνωρίζουν συνειδητά.  Υπήρχαν άλλες δύο κατηγορίες: εκείνοι που δεν έκαναν ποτέ  λάθος και εκείνοι που έκαναν λάθη και των δύο ειδών, ενίοτε ξεγελώντας ακόμη και το δέρμα τους. Ω στόσο, για λόγους  απλούστευσης, θα αγνοήσουμε αυτές τις δύο κατηγορίες (για  πς οποίες, ούτως ή άλλως, δεν γνωρίζουμε περισσότερα).

 

Είναι γνωστό ότι τα άτομα που έχουν χαμηλή αυτοεικόνα  ασχολούνται λιγότερο με τον εαυτό τους (λόγου χάριν, κοιτάζονται λιγότερο συχνά στον καθρέφτη). Στο παραπάνω πείραμα διαπιστώθηκε ότι όσοι είχαν πληροφορηθεί ότι απέδωσαν άσχημα σε μια εικονική εξέταση πριν από το πείραμα (η  οποία στην πραγματικότητα είχε βαθμολογηθεί εντελώς τυχαία) αποτύγχαναν συχνότερα να αναγνωρίσουν τη φωνή  τους. Αντιθέτω ς, όσοι είχαν πληροφ ορηθεί ότι αρίστευσαν  στην εξέταση (με αποτέλεσμα να έχουν βελτιωμένη αυτοεικόνα) αναγνώριζαν συχνότερα τη δική τους φωνή όταν στην  πραγματικότητα ακουγόταν η φωνή κάποιου άλλου. Με άλλα  λέιγια, η επιτυχία έμοιαζε να μεγεθύνει την αυτοπαρουσίαση  και η αποτυχία να την περιορίζει.  Ήταν σαν να είχαν  υποβληθεί σε προπαίδευση ώστε να αποκρίνονται γρήγορα,  να αρνούνται την πραγματικότητα και να σπεύδουν να την  αποκρύψουν. Αντιθέτως, η επινόηση της πραγματικότητας  (εσφαλμένη αναγνώριση της φωνής) συνοδευόταν από χαμηλά επίπεδα διέγερσης, ανάλογα με εκείνα που παρατηρούνταν  σε όσους δεν έκαναν καθόλου λάθη. Ίσως η δυσάρεστη πραγματικότητα, την οποία σπεύδει κανείς να αρνηθεί, φαντάζει  πιο απειλητική από την απουσία μιας θελκτικής πραγματικότητας που θα επιθυμούσε να κατασκευάσει.

 

Επίσης, η άρνηση  της πραγματικότητας είναι κάτι που μπορεί να συμβεί γρήγορα, χωρίς επιβάρυνση του νου με υψηλό γνωστικό φορτίο, αν  και προϋποθέτει κατάσταση υψηλής διέγερσης για ταχεία ανίχνευση και διαγραφή των ανεπιθύμητων δεδομένων.  Κάτι παρόμοιο φαίνεται να συμβαίνει με τον τρόπο που  ο εγκέφαλος αποκρίνεται στη θέαση οικείων προσώπων. Ο  εγκέφαλος ορισμένων ανθρώπων έχει υποστεί βλάβη σε μια  ειδική περιοχή που ελέγχει την ικανότητα συνειδητής αναγνώρισης οικείων προσώπων. Ό ταν τέτοια άτομα καλούνται να  υποδείξουν, από ένα σύνολο προσώπων, εκείνα που τους είναι γνώριμα, ή να αντιστοιχίσουν ονόματα με πρόσωπα, απαντούν στην τύχη. Εντούτοις, οι μεταβολές στη δραστηριότητα  του εγκεφάλου και στην ηλεκτρική αγωγιμότητα του δέρματος δείχνουν ότι ο ασυνείδητος νους αναγνωρίζει τα οικεία  πρόσωπα. Μάλιστα, όταν τα ίδια άτομα καλούνται να δηλώ ­  σουν ποιον ε μ π ισ τ ε ύ ο ν τ α ι περισσότερο, διαλέγουν σε μεγαλύτερο ποσοστό τα οικεία τους πρόσωπα έναντι των μη οικείων.  Με άλλα λόγια, υπάρχει κάποια δυνατότητα προσπέλασης της  ασυνείδητης γνώσης, αν και όχι μεγάλη.  Μπορεί άραγε να μελετηθεί αυτό το φαινόμενο σε άλλα  ζώα; Έχει διαπιστωθεί πειραματικά ότι ορισμένα πτηνά εμφανίζουν υψηλότερο βαθμό φυσιολογικής διέγερσης όταν ακούν  το κελάηδισμα του είδους τους (συγκριτικά με το κελάηδισμα  άλλων ειδών) και ακόμη περισσότερο όταν ακούν τη δική τους  φωνή.  Έχει άραγε το αξιοπερίεργο αυτό γεγονός κάποια σχέση με  την εξαπάτηση και την αυτοεξαπάτηση; Πιστεύω πως ναι, διότι όποτε θέλω να κρύψω κάτι από τον εαυτό μου — λόγου  χάριν, τα κλειδιά κάποιου άλλου, τα οποία τσέπωσα ασυνείδητα— το καταχωνιάζω στην αριστερή μου τσέπη, όπου θα  αργήσω να το ανακαλύψω ακόμη και όταν το αναζητώ συνειδητά.

 

Κατά παρόμοιο τρόπο, έχω παρατηρήσει ότι όταν αγγίζω «ακούσια» μια γυναίκα — δηλαδή, χωρίς να έχω επίγνωση  του τι θα κάνω— , την αγγίζω αποκλειστικά με το αριστερό  μου χέρι, προς έκπληξη του κυρίαρχου αριστερού ημισφαιρίου του εγκεφάλου μου, το οποίο ελέγχει τη δεξιά πλευρά του  σώματός μου. Ουσιαστικά, το αριστερό (το «γλωσσικό») ημισφαίριο συνδέεται με το συνειδητό σκέλος του νου· το δεξιό  ημισφαίριο (και το αριστερό χέρι) δρα λιγότερο συνειδητά.  Το γεγονός αυτό υποστηρίζεται από ενδείξεις ότι οι διεργασίες της άρνησης — και της επακόλουθης εκλογίκευσης—  εδράζονται στο αριστερό ημισφαίριο και αναστέλλονται από  το δεξιό. Οι ασθενείς με παράλυση στη δεξιά πλευρά του σώματος (λόγω αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου στο αριστερό ημισφαίριο) σπανίως αρνούνται την πάθησή τους. Από  την άλλη, ένα μικρό ποσοστό ασθενών με παράλυση της αριστερής πλευράς του σώματος αρνούνται κατηγορηματικά ότι  έχουν υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο — μια κατάσταση γνωστή ως «ανοσογνωσία». Μάλιστα, όταν τους παρουσιάζονται  αδιαμφισβήτητα πειστήρια περί του αντιθέτου — λόγου χάριν,  τους επιση μαίνεται η αδυναμία τους να κουνήσουν το αριστερό τους χέρι— , επινοούν κάθε λογής εκλογικεύσεις (ότι δήθεν πάσχουν από αρθρίτιδα ή έχουν υπερκόπωση ή απλώ ς  βαριούνται) προκειμένου να μην παραδεχθούν την πραγματική αιτία της παράλυσης.

Continue Reading

Trending