Η κρίσιμη στιγμή ήταν όταν αντιλήφθηκα ότι η σύγκρουση μεταξύ γονέων και παιδιών δεν αφορούσε μόνο το μέγεθος της παρεχόμενης γονικής επένδυσης αλλά και τη συμπεριφορά των παιδιών. Μ όλις άρχισα να αντιμετωπίζω τη συμπεριφορά των παιδιών ως πεδίο σύγκρουσης, δεν ήταν δύσκολο να φανταστώ τους γονείς να μετέρχονται μέσα εξαπάτησης. Αντιστοίχως, μπορεί κανείς να φανταστεί τους γονείς όχι μόνο να εξαπατούν τον εαυτό τους, αλλά και να επιβάλλουν την αυτοεξαπάτηση στα παιδιά τους — προς ζημία του παιδιού και όφελος του γονέα. Στο κάτω κάτω, ο γονέας βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση: είναι πιο μεγαλόσωμος και δυνατός, ελέγχει ζωτικούς πόρους και διαθέτει μεγαλύτερη εμπειρία στην τέχνη της αυτοεξαπάτησης. Στη γενική διατύπωσή του, το επιχείρημα λέει ότι εξαπατούμε τον εαυτό μας προκειμένου να μπορέσουμε αποτελεσματικότερα να εξαπατήσουμε τους άλλους. Στην προσπάθειά μας να ξεγελάσουμε τους γύρω μας, οργανώνουμε την εσωτερική μας πληροφόρηση με κάθε λογής απίθανους τρόπους — και κατά μεγάλο μέρος ασυνείδητα. Ξεκινώντας από την απλή προκειμένη ότι η αυτοεξαπάτηση έχει πρωτίστως επιθετική λειτουργία, μπορούμε να οικοδομήσουμε μια επιστημονική θεωρία για αυτήν.
Στο ανθρώπινο είδος, η εξαπάτηση και η αυτοεξαπάτηση αποτελούν δυο όψεις του ίδιου νομίσματος. Αν περιορίσουμε την έννοια της εξαπάτησης αποκλειστικά στη συνειδητή εξαπάτηση — στα εξόφθαλμα ψεύδη— , τότε θα παραβλέψουμε την πολύ ευρύτερη κατηγορία της ασυνείδητης εξαπάτησης, στην οποία συγκαταλέγεται η αυτοεξαπάτηση. Αν, πάλι, μελετήσουμε την αυτοεξαπάτηση χωρίς να αναγνωρίσουμε ότι πηγάζει από την προσπάθεια εξαπάτησης των άλλων, θα παραβλέψουμε την κύρια λειτουργία της. Σε τέτοια περίπτωση, κινδυνεύουμε να εκλογικεύσουμε τη φύση της αυτοεξαπάτησης ως αμυντική, όταν στην πραγματικότητα είναι συνήθως επιθετική. Στο παρόν βιβλίο θα αντιμετωπίσουμε την εξαπάτηση και την αυτοεξαπάτηση ως ένα ενιαίο φαινόμενο, με τις δύο συνιστώσες να αλληλοτροφοδοτούνται.
Αν στο πλαίσιο της βιολογικής προσέγγισης το «πλεονέκτημα» ορίζεται υπό όρους επιβίωσης και αναπαραγωγής, στο πλαίσιο της ψυχολογικής προσέγγισης συχνά ορίζεται ως ένα αίσθημα περισσότερης ευτυχίας ή ευεξίας. Η αυτοεξαπάτηση υπηρετεί την ανάγκη μας να νιώθουμε ωραία, έναν στόχο που επιτυγχάνουμε καλύτερα όταν κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας. Ό πως θα δούμε, υπάρχει μια δόση αλήθειας σε αυτό, α λλά όχι μεγάλη. Από τη σκοπιά της βιολογίας, η κύρια αντίρρηση έχει ως εξής: Αν, όπως αναμένεται, η ευτυχία υπηρετεί την επιβίωση και την αναπαραγωγή, τότε γιατί να εναποθέσουμε τη διασφάλιση της ευτυχίας μας σε έναν τόσο αναξιόπιστο και δυνητικά δαπανηρό μηχανισμό όσο η αυτοεξαπάτηση;
Η εξαπάτηση του εαυτού κοστίζει. Βασίζουμε τις συνειδητές μας ενέργειες σε ψευδή δεδομένα, γεγονός που μπορεί κάλλιστα να αποβεί εις βάρος μας, όπως θα διαπιστώσουμε επανειλημμένα στο παρόν βιβλίο. Είτε πρόκειται για αεροπορικά δυστυχήματα, απρόκλητους επιθετικούς πολέμους, προσωπικές ερωτικές αποτυχίες, οικογενειακές διαμάχες ή οτιδήποτε άλλο, θα δούμε ξανά και ξανά ότι η αυτοεξαπάτηση συνεπιφέρει το αναμενόμενο κόστος της αποκοπής από την πραγματικότητα — αν και, αλίμονο, ενδέχεται οι άλλοι να επωμίζονται δυσανάλογα υψηλό μερίδιο του κόστους της δικής μας αυτοεξαπάτησης, την ώρα που τα οφέλη, όποια και αν είναι αυτά, τα απολαμβάνουμε ως επί το πλείστον εμείς. Ποια είναι, λοιπόν, τα βιολογικά πλεονεκτήματα της αυτοεξαπάτησης; στην αναπαραγωγή; Το βασικό επιχείρημα του βιβλίου είναι ότι η κινητήρια δύναμη που κρύβεται πίσω από την εξέλιξη της αυτοεξαπάτησης είναι η υπηρέτηση της εξαπάτησης — ότι, δηλαδή, ξεγελώντας τον εαυτό μας καταφέρνουμε να ξεγελάμε καλύτερα τους άλλους. Επιπλέον, η αυτοεξαπάτηση μειώνει το γνωστικό φορτίο των απατηλών συμπεριφορών, α λλά και παρέχει ένα πρόσφορο μέσο άμυνας απέναντι στην ενδεχόμενη αποκάλυψη της εξαπάτησης («Δεν ήξερα τι έκανα!»). Αφ ενός η αυτοεξαπάτηση συμβάλλει στο να μην εκπέμπονται τα σήματα που συνοδεύουν τη συνειδητή εξαπάτηση, αποτρέποντας έτσι την αποκάλυψη της απάτης· αφετέρου οι γνωστικές λειτουργίες επιβαρύνονται λιγότερο από την εξαπάτηση όταν η αλήθεια παραμένει στο μη συνειδητό μέρος του νου. Με άλλα λό για, ο εγκέφαλος μπορεί να λειτουργήσει αποδοτικότερα όταν δεν έχει επίγνωση των υποκείμενων αντιφάσεων.
Τέλος, αν το άτομο δεν έχει επίγνωση των απατηλών πράξεών του, τότε, σε περίπτωση που αυτές γίνουν αντιληπτές, μπορεί ευκολότερα να δικαιολογηθεί στους άλλους υποστηρίζοντας ότι δεν είχε πρόθεση να εξαπατήσει. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μάλιστα, η αυτοεξαπάτηση μπορεί να προσδώσει στο άτομο κάποιο άμεσο προσωπικό πλεονέκτημα, αναβιβάζοντας, τουλάχιστον προσωρινά, τον οργανισμό του σε μια πιο παραγωγική κατάσταση — αν και, τις περισσότερες φορές, τέτοιες προσωρινές αναβιβάσεις δεν οφείλονται σε αυτοεξαπάτηση. Κοντολογίς, στο βιβλίο αυτό θα επιχειρήσω να περιγράφω μια επιστημονική προσέγγιση του φαινομένου της αυτοεξαπάτησης, η οποία να θεμελιώνεται σε προϋπάρχουσες επιστημονικές — εν προκειμένω, βιολογικές— γνώσεις. Στις σελίδες του θα επιχειρήσω να αναπτύξω τις σημαντικότερες διαστάσεις του όλου ζητήματος.