Η ικανότητα αυτή αποδεικνύεται ιδιαίτερα πολύτιμη απέναντι σε παράσιτα που εκκολάπτονται πριν από τους νεοσσούς του ξενιστή και, προκειμένου να μονοπωλήσουν τη γονική επένδυση, απορρίπτουν όλα τα υπόλοιπα αβγά της φ ω λιάς, με αποτέλεσμα να μην αφήνουν στον ξενιστή κανέναν δικό του απόγονο. Είναι τότε προτιμότερο για τον ξενιστή να το πάρει απόφαση ότι η επένδυσή του πήγε χαμένη και να παρατήσει τη φωλιά του. Σε τέτοια περίπτωση, ασκείται πίεση στα παράσιτα να αφαιρούν ένα αβγό του ξενιστή για κάθε δικό τους αβγό που αποθέτουν στη φωλιά, διατηρώντας έτσι τον συνολικό αριθμό. μακριά από τη φωλιά, ίσως για να συγκαλυφθεί το έγκλημα. Στους νεοσσούς του παρασίτου, ασκείται πίεση επιλογής να έχει το στόμα τους παρόμοιο χρώμα με το στόμα του ξενιστή. Μάλιστα, τα παράσιτα φ ω λιάς συνήθως φέρουν ιδιαίτερα τονισμένα, ζωηρά χρώματα στο στόμα τους. Τα παράσιτα εκμεταλλεύονται το γεγονός ότι, σε πολλά είδη πτηνών, οι πιο υγιείς νεοσσοί κάθε γέννας έχουν το πιο ζωηρόχρωμο στόμα.
Οι θετοί γονείς εκλαμβάνουν το ζωηρό χρώμα ως ένδειξη υγείας, με αποτέλεσμα να παρέχουν στον νεοσσό του παρασίτου περισσότερη τροφή. Στα είδη που αποβάλλουν τα θετά αδέλφια από τη φωλιά, μολονότι το παράσιτο καταφέρνει να μονοπωλήσει τη φροντίδα των θετών γονέων του, συχνά δεν αρκείται μόνο σε αυτό. Δεδομένου ότι η ποσότητα της τροφής που φέρνουν οι γονείς στη φ ωλιά εξαρτάται από το σύνολο των κραυγών που ακούν, το παράσιτο έχει συμφέρον να μιμείται τις κραυγές πολλώ ν νεοσσών ταυτόχρονα, ώστε οι θετοί γονείς του να του φέρουν περισσότερη τροφή. Η ικανότητα αυτή έχει πράγματι εξελιχθεί σε διάφορα είδη κούκων. Κάποια είδη, μάλιστα, προχωρούν ένα βήμα παραπέρα. Στην Ιαπωνία ζει ένα είδος κούκου που παρασιτεί εις βάρος ενός γερακιού που φωλιάζει σε κουφάλες δένδρων. Στην εσωτερική επιφάνεια των φτερούγων του, ο κούκος φέρει κηλίδες που προσομοιάζουν με τον χρωματισμό του λαιμού του ξενιστή του, με αποτέλεσμα, όταν ο νεοσσός του κούκου ανοίγει τα φτερά του εκλιπαρώντας για τροφή, να μοιάζει με τρεις νεοσσούς αντί για έναν. Μάλιστα, οι θετοί γονείς ενίοτε επιχειρούν να ταΐσουν τις κηλίδες του φτερώματος του κούκου! Ένας πολύ σημαντικός παράγοντας επιλογής είναι τα λά θη του ξενιστή στην αναγνώριση των νεοσσών του, ένα αναπ όφευκτο γνώρισμα κάθε συστήματος διάκρισης (Κεφάλαιο 8).
Οι ξενιστές με μικρή ικανότητα διάκρισης σπανίως απορρίπτουν τους νεοσσούς τους, αλλά ξεγελιούνται εύκολα και αποδέχονται νεοσσούς μολοθρών στη φωλιά. Στις καλαμοποταμίδες (A c r o c e p h a l u s s c i r p a c e u s ) , οι γονείς μαθαίνουν καλά την εμφάνιση των αβγών τους και απορρίπτουν ό σ α διαφοροποιούνται περισσότερο από κάποιο π ο σ ο σ τ ό . Αν η συχνότητα παρασιτισμού των φ ωλιών τους ανέρχεται στο 30%, τότε συμφέρει να απορρίπτουν όσα αβγά έχουν παράξενη εμφάνιση. Αν είναι χαμηλότερη, τότε το κόστος λόγω της καταστροφής των δικών τους αβγών καθίσταται απαγορευτικό. Πράγματι, οι καλαμοποταμίδες στο Ηνωμένο Βασίλειο παρασιτούνται με συχνότητα μόλις 6% και δεν απορρίπτουν τα πρόσθετα αβγά από τη φωλιά τους, παρεκτός αν θεαθεί κάποιος κούκος κοντά στη φωλιά την επίμαχη περίοδο (γεγονός που ίσως ανεβάζει την πιθανότητα παρασιτισμού επάνω από το 3ο%). Σε έναν πληθυσμό καλαμοποταμίδων, η μείωση της συχνότητας παρασιτισμού από 20% σε 4% συνοδεύτηκε από μείωση της συχνότητας απόρριψης αβγών κατά το ένα τρίτο. Δεδομένου ότι η μεταβολή ήταν υπερβολικά γρήγορη για να οφείλεται σε γενετικές αιτίες, συνάγεται ότι οι καλαμοποταμίδες μπορούν να προσαρμόζουν την ικανότητά τους για διάκριση ανάλογα με τις υφιστάμενες ενδείξεις παρασιτισμού. Προσέξτε εδώ τη σημασία της συχνοεξαρτώμενης επίδρασης.
Αν όλα σχεδόν τα αβγά είναι δικά τους, τότε οι καλαμοποταμίδες με μεγάλη ικανότητα διάκρισης θα καταστρέφουν κάποιο ποσοστό των αβγών τους σε κάθε γέννα — το ιο%, λό γου χάριν— χωρίς να αποκομίζουν οφέλη, παρά μόνο σπανίως. Αν όμως η συχνότητα παρασιτισμού είναι 30%, τότε ο κίνδυνος ζημίας στον εαυτό λόγω της μεγάλης ικανότητας διάκρισης πέφτει στο 7%, ενώ ταυτόχρονα αποσοβείται ένα σημαντικό κόστος (της ανατροφής νεοσσών από άλλα είδη στο }ο% των περιπτώσεων). Σε χαμηλή συχνότητα παρασιτισμού, η ανίχνευση των απατεώνων δεν αξίζει τον κόπο- μόνο σε περιπτώσεις διαδεδομένου παρασιτισμού αναμένεται να ενεργοποιούνται ισχυρά μέσα άμυνας. Το όλο σύστημα χαρακτηρίζεται από μια αξιοσημείωτη ιδιαιτερότητα. Οι ξενιστές φαίνεται ότι αδυνατούν, για κάποιον λόγο, να αναπτύξουν την ικανότητα να αντιλαμβάνονται το προφανές γεγονός ότι, πέρα από το χρώμα του στόματος και τις ικετευτικές κραυγές τους, οι νεοσσοί των κούκων και των μολοθρών δεν φέρουν καμία ομοιότητα με τους δικούς τους. Σε πολλές περιπτώσεις, οι νεοσσοί των κούκων είναι αισθητά πιο μεγαλόσωμοι από τους ξενιστές τους (εξαπλάσιοι σε μέγεθος ή και ακόμη μεγαλύτεροι), με αποτέλεσμα ο θετός γονέας να αναγκάζεται να σκαρφαλώνει στον ώμο του νεοσσού προκειμένου να τον ταΐσει. Δεδομένου ότι θα ωφελούσε τον ξενιστή να αντιλαμβανόταν αυτή την εξωφρενική διαφορά μεγέθους και να έπαιρνε τα μέτρα του, πώς εξηγείται άραγε ότι είδη επί ειδών δεν έχουν κατορθώσει να το κάνουν; Αν και δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα τη λύση στο μυστήριο, έχουν διατυπωθεί ορισμένες ενδιαφέρουσες υποθέσεις. Α π ’ ό,τι φαίνεται, η αδυναμία διάκρισης είναι εντονότερη σε είδη στα οποία το παράσιτο αποβάλλει από τη φ ωλιά τα θετά αδέλφια του προτού εκκολαφθούν. Έτσι, αν ο γονέας μάθαινε την εμφάνιση των νεοσσών του είδους του εντυπώνοντας στον νου του την εικόνα των πρώτων νεοσσών που θα εκκολάπτονταν στη φ ωλιά του, αυτό θα απέδιδε ικανοποιητικά εφόσον τα αβγά ήταν πράγματι δικά του, α λλά θα αποδεικνυόταν θανάσιμο αν είχε πέσει εξαρχής θύμα παρασιτισμού — θα εντυπωνόταν στον νου του η εικόνα του παρασίτου, με αποτέλεσμα, μόλις αντικρίζει στη φωλιά δικούς του νεοσσούς, να τους σκοτώνει. Η αναπαραγωγική επιτυχία του θα εκμηδενιζόταν, καθότι θα αντιλαμβανόταν ως ξένους όλους τους δικούς του νεοσσούς. Στα μάτια του θετού γονέα, ορισμένα από τα χαρακτηριστικά των παρασίτων φ ω λιάς φαντάζουν ακαταμάχητα. Παραδείγματος χάριν, οι γονείς αναμένεται γενικά να δείχνουν εύνοια στους πιο μεγαλόσωμους νεοσσούς της φ ωλιάς τους, με το σκεπτικό ότι είναι πιο υγιείς και πιο δυνατοί, οπότε η επένδυση σε αυτούς έχει μεγαλύτερη πιθανότητα να αποδώσει θετικά. Αντιστοίχως, πολλά παράσιτα φ ωλιάς βγάζουν ικετευτικές κραυγές πιο δυνατές από του ξενιστή — άρα, πιο ακαταμάχητες— ή έχουν ιδιαίτερα τονισμένο, ζωηρόχρωμο στόμα. Η μεγέθυνση τέτοιων σημάτων κοστίζει λιγότερο απ’ ό,τι η μεγέθυνση συνολικά του σώματος. Υπάρχει άλλη μία εξήγηση για το ότι οι ξενιστές ανέχονται τους πρόδηλους μιμητές: ο φόβος των συνεπειών. Σε ορισμένα είδη πτηνών έχουν παρατηρηθεί φαινόμενα ωμού εκφοβισμού, όπως η καταστροφή ο λόκληρης της φ ωλιάς του ξενιστή από κούκους ή μολοθρούς, ώστε να τον τιμωρήσουν για το ότι απέβαλε από τη φωλιά τα αβγά τους. Ο ξενιστής υποβάλλεται στο δίλημμα είτε να αποδεχθεί, έως έναν βαθμό, τον παρασιτισμό είτε να υποστεί βαριές συνέπειες — κατά κάποιον τρόπο, του ζητείται να πληρώσει φόρο για να μη χάσει τη ζωή του. Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η καταβολή του εκβιαστικού φόρου από μέρους του ξενιστή συμβάλλει σε υψηλότερη αναπαραγωγική επιτυχία απ’ ό,τι η άρνηση της καταβολής του (και η συνεπακόλουθη καταστροφή της φωλιάς). Ό πως έχουν δείξει πρόσφατες έρευνες, σε ορισμένους ξενιστές παρατηρείται ένα είδος κοινωνικής μεταβίβασης γνώσεων. Οι καλαμοποταμίδες, φέρ’ ειπείν, παρατηρούν με ζωηρό ενδιαφέρον και μιμητική διάθεση την επιθετική συμπεριφορά γειτονικών καλαμοποταμίδων έναντι ομοιωμάτων κούκων (ενώ δεν κάνουν το ίδιο στην περίπτωση ομοιωμάτων ακίνδυνων ειδών, όπως οι παπαγάλοι). Η φασαρία στη γειτονική χωροκράτεια κινεί την περιέργεια των καλαμοποταμίδω ν έτσι, πλησιάζουν για να δουν τι συμβαίνει. Αν το θύμα της επίθεσης είναι κάποιος κούκος, τότε παραμένουν στο σημείο και π α ρ α τ η ρ ο ύ ν τη μάχη με προσοχή — και αν αργότερα τοποθετηθεί ομοίωμα κούκου στη δική τους χωροκράτεια, σπεύδουν να του επιτεθούν. Αυτό το είδος κοινωνικής μάθησης επιτρέπει να διαδίδονται τα αμυντικά μέσα έναντι των παρασίτων φ ω λιάς πολύ ταχύτερα από όσο θα διαδίδονταν.